Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2012

Καθισμένος

                                     
 

                  ΑΝΔΡΕΑΣ Δ. ΒΑΤΙΣΤΑΣ


              ΚΑΘΙΣΜΕΝΟΣ


                       ΕΨΙΛΟΝ/ποίηση




                                         ΚΑΘΙΣΜΕΝΟΣ

Κλάμα από βότσαλα σε αρρωστημένες παραλίες
κάθισμα βολικό
μια μπύρα στο μυαλό μου παίρνει το τραπέζι
Ψιχάλες σκοταδιού ιστορίες κάποιου νεκρού
Τελευταίο τσιγάρο κορμί στεγνό
μυαλό άγνωστο φωνές άδειες
Η Θάλασσα μαύρη πίσσα νερά
Κίνηση φευγαλέα μαστροπό περπάτημα
γυμνό στο πόδι
Γυμνά κορμιά ερωτεύονται στη θάλασσα
ερωτεύονται στα βότσαλα
Το σπέρμα δυνατό πεθαίνει στο πέλαγος
Κύτταρα - κύτταρα στα σπλάχνα της
ροχάλες στους αφρούς
Κολύμπησε  είναι όμορφα έτσι λένε όλοι
Τα βράχια φευγαλέα τρόμος απ' το τίποτα
 θέλω λίγο φως λίγο μαύρο φως
Κάποιος πρέπει να κλείσει τα μάτια του
Ο σκύλος όμορφος η σκύλα νεκρή
Η μπόχα ισοπέδωσε τις φαντασιώσεις
Ήρθε η βρώμικη ώρα

                                               Σκάσε.



 ΑΤΕΛΕΙΩΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ


Ποτέ δεν προσπάθησα να μάθω το θάνατο
του άρματος που με κουβάλησε εδώ
'Έμεινα μόνος άλλη μια φορά
στο άγχος και στη μιζέρια μου.
Οι ξανθιές και οι μελαχρινές φαντασιώσεις
 μ' έδιωξαν πιο μακριά απ' το τώρα.
Ατελείωτες οπτασίες και μύθοι τριγυρνούν.
Θρύψαλα απ' το είναι φέρνουν δάκρυα.
Ψάχνω να βρω ένα καλύτερο τίποτα
Ένα καλύτερο σκοτάδι.
Βγάλε τη μαυρίλα από τα σωθικά
δεν αντέχω το λήθαργο της φαντασίας
Άσε με να προσγειωθώ
στο διάδρομο της λύπης μου
να μείνω εκεί.




ΚΑΛΕΣΜΑ

Η καφέ κουβέρτα
το λινό σεντόνι
με σκέπασαν
με πλάκωσαν
με ρούφηξαν
Ψεύτικα χρώματα
άδεια τσιγάρα        ­
κουδούνια κοροϊδευτικά
Με καλούν
στον υπέροχο Αυνανισμό


                                        ΡΑΓΕΣ


Τις φορές που άκουγα τα σάπια
ξέσκιζα τις ράγες του τρένου μου
 περνούσα μόνος τις γραμμές
μέσα στο σκοτεινό μαύρο διάδρομο.
Το πλακόστρωτο στολισμένο έδαφος
παρέσερνε το όραμα στο ψέμα
περιμένοντας το θάνατο του αγαπητού .
Οι στολισμένες ψεύτικες φιλίες σταματούν
στο διάδρομο που το δάπεδο είναι σάπιο
και η στέγη από πέτρα
Εκεί ο Χρόνος είμαι Εγώ
Εκεί εγώ είμαι ο θεός και ο Διάολος
Εκεί υπάρχω μόνο Εγώ.

.


Η ΠΑΡΑΦΩΝΙΑ ΤΕΛΕΙ ΤΑ ΧΡΕΗ ΤΗΣ

Ξέρω πως τα σπίρτα που άναψα τότε
θα σβήνουν κάθε φορά που θα προσπαθώ
Εσύ που ήρθες να μου πεις
το νόημα της ψυχής τους
θα πεθάνεις μαζί με τις ελπίδες
της άδειας νύχτας.
Τότε που με θαλπωρή θα φιλάς
τα κόπρανα της λαγνείας σου. .
Τα σχέδια που έφτιαξες
στάζουν  σκατά και λάσπη.
Οι γυμνές γυναίκες θα πέφτουν
απ' τα ταβάνια όταν κάποιος πάνω
θα χορεύει στο ρυθμό της εποχής.
Ο  Ήχος ροκανίζει τα βάθη με άμουσες οπτασίες
Η γλώσσα δεν έχει πια σημασία
Η Παραφωνία τελεί τα χρέη της.
Οι τρελοί που γνώρισα σήμερα
με τριβελίζουν
στο δωμάτιο που στάζει μιζέρια.
Ποτέ δεν προσπάθησα να μάθω
τις σκέψεις του ύστερα
Στα σημεία που έγλυψα προχθές,
φύτρωσε προσμονή καύλα και ηδονή
θέλω να γράψω μια οπτασία
θέλω να γαμήσω μια ορχιδέα
Θέλω να σκίσω τις εικόνες
που μου έδωσες χθες
τις ώρες που σε προκάλεσα
να δώσεις κομμάτια του εαυτού σου.



ΡΟΥΧΑ

Ξεβράκωσε τις ντυμένες ιδέες σου,
δώσε σε μένα τα γεννητικά τους όργανα
Να τα φάω να τα χωνέψω.
Αλλά είσαι δειλός και βλάκας
ποτέ δεν θα γυμνωθείς
πάντα με ρούχα βαριά
ντυμένος θα' σαι
θα τα φοράς όπως όλοι τους.     
Όλοι αυτοί είναι πάντα φασκιωμένοι ζεσταίνονται, σκάνε
μέσα σε ποτάμια βρωμερού ιδρώτα
Γιατί έτσι το θέλησαν
οι άλλοι πέρα απ' αυτούς
Αυτοί που έχουν τα ρούχα.


ΚΑΜΠΑΝΕΣ

Όταν σημάνουν οι καμπάνες
να' σαι ξύπνιος
να' σαι ξάγρυπνος,
 να φοβάσαι τις καμπάνες
που θα χτυπήσουν
για σένα, για μένα
Θα 'ναι η ώρα που τα ταμ - ταμ
θα' χουν ανθρώπινη φωνή          
και τα σκουλήκια θα τρώνε καμένη σάρκα
 Ν' ακούς παντού τις καμπάνες
εφιάλτης παντοτινός
μοναδικός κοινά ξεχωριστός.
Θα' σαι μόνος μπροστά στον ήχο τους
στον όγκο τους
γυμνός από σάρκα
θα νιώθεις την αθλιότητά σου
χωρίς δάκρυα και κραυγές θα κλαις
Σε λυπάμαι.



ΕΙΜΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΣΟΥ

Να με λατρεύεις
να με φοβάσαι
να προσεύχεσαι για μένα
Με  βλέπεις στα όνειρά σου
κάτω από κάθε πέτρα
κάτω από κάθε πάνω
στη φωτιά στο νερό
με νιώθεις στη φύση
στο κρεβάτι σου
Είμαι δίπλα σου
πίσω σου
μπροστά σου
μέσα σου.



ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ  ΤΗΣ  ΣΚΕΨΗΣ ΜΟΥ

Οι σκέψεις μου με πήραν μακριά
με ξενάγησαν σε τόπους άλλους
Αλλοδαπές αναμνήσεις
μπερδεμένες με σάπια κρέατα και σαντιγί
με χαροποίησαν.
Έκλεισα τα μάτια και οι φαντασιώσεις μου
με μάγεψαν με σκότωσαν με γέννησαν
Όλα αυτά τα οχήματα που με πατούσαν
ήταν βαλμένα από μένα
καταλάβαινα τα ζουμιά να τρέχουν
από κάθε τρύπα μου
Και γελούσα και έκλαιγα
Καιγόμουν μαζί με το τραγούδι της σκέψης μου.



ΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΛΙΣΣΑΣ

Κλάψε μαζί με τις δύστυχες
οπτασίες του όχλου
Τα βήματα της μέλισσας
άφησαν σημάδια
στο καταρρακωμένο κορμί σου'
Οι βάλτοι του ίσκιου μου
βαδίζουν πάντα πίσω σου
Να ξέρεις τα δάκρυα καυτά
θα καίνε το πρόσωπό σου
που θα' ναι γεμάτο μπογιές
για επίδειξη ομορφιάς και κάλλους.



99

Οι ενδιάμεσες αυταπάτες ολόγυρα
από το θεόρατο στρογγυλό κόκκο
κυκλώνουν τις ενδιάμεσες αρμονίες
με άφωνες τρώγλες
περιπαίζοντας
και περιλούζοντας τα υπόλοιπα
Σκοτάδια με φως
σβήνόυν τα φωτεινά σήματα
του μέλλοντός μας.
Κοροϊδεύεις τις άναρθρες κραυγές
του γάτου της κανένας;
99 σταματήματα στα σκαλιά του υψομέτρου
 έκαναν το ανέβασμα κατέβασμα
όταν αποφασίστηκε συμφωνία.
Όλοι το κατάλαβαν
χωρίς κανείς να καταλάβει
ήταν όλα νερά
αποχυμένοι χυμοί από άγουρα δαμάσκηνα
Έδιναν άλλη υπερβολή στην εντέλεια.



 ΤΡΙΑΣ        ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΓΚΟΜΠΙΝΤΙΜΠΟΥ

Το καβούκι περπάτησε
μόνο του χωρίς τροφή
Απέναντί του στάθηκες
εκοίταγες χαμένα
Σε διαπέρασαν
τα καμένα σύμβολα
όσες μέρες και να έρθουν


Φιλήδονε σάτυρε
 ξεπεσμένε αετέ
χαιρέτησέ το περίεργε δράκοντα
περπάτησε ξανά

Άσχετε παίχτη
όμορφε δημιουργέ
Λαγνεία στην πάθηση
αίσθηση στην αφή
με θύματα εμάς
Είμαστε  ανίκητοι.

                                        
                                        ΣΤΕΝΟ


Λεπτεπίλεπτη λέπρα ως
γιασεμί από κούνια τα μάτια μου
Κουράστηκα στο φαγητό
 Καλαφάτιζε τα στομάχια του καλαμιού
μια οργιά μακρύ.

Κι εσύ στάθηκες στο στενό

Η σαπουνάδα σου ξεχείλισε
από συγγενείς και φίλους
με φόβους καθημερινούς

Και εσύ πέρασες το στενό

Ένα λουλούδι σκάλισμα
του γλυκού κορμιού σου

Και εσύ έγινες στενό και λεπτό
βότσαλο πεταμένο στην ακτή μου



ΤΑ ΕΞΑΠΤΕΡΥΓΑ

Τα εξαπτέρυγα του μυαλού σου
έστησαν χορό στο προσκέφαλό μου
Ξεμυαλισμένες γυμνές καρδιές
ήξεραν καλά το παιχνίδι τους
και γρατζουνούσαν αδιάκοπα
τις τσιγαρισμένες μουσικές μου φόρμες
Το αδιάβροχο καρπούζι έστησε .
το μεγάλο παλαμάρί εκεί ψηλά,
το έβλεπε μόνο ο τράγος
απ' το απέναντι μποστάνι.
Κοροϊδευτικά μου χαμογέλαγε
για το θέαμα που μόνο αυτός απολάμβανε.
Τα δάκτυλα του σαλιγκαριού
γαργαλούσαν το έδαφος
καθώς έγραφε το όνομά μου λάθος
λίγο πιο δίπλα από τις
άγουρες ακόμα ντομάτες.
Κι ύστερα γελούσα
καθώς το σκοτάδι σαν τα μηνύματα ταξίδευε
στις απέραντες θάλασσες.



ΚΑΤΑΠΝΙΓΟΝΤΑΣ

Το μικρό στιβαρό κορμί
στυλώθηκε μπροστά τους
Απλανά  ροχάλιζε στα λαρύγγια τους
Εκείνοι έσκυψαν να μαζέψουν
τα σπασμένα δάκρυά μας
Η βοή απ' τα οχήματα
έπνιξε τα τραγούδια των παιδιών
ενώ κολυμπούσαν στους δρόμους
των μυαλών μας.




ΑΝΗΜΕΡΩΤΟΙ

Βγάλε βόλτα το μάτι του σκύλου σου
και άσε το συκώτι της σφίγγας
να περιφέρεται παράτολμα  στην αυλή μας
Οι διαλεκτοί συνάδελφοι πρέπει
να βαφτούν στα χρώματα της αρεσκείας μας
χωρίς αντίρρηση
γιατί μέλλον δεν θα υπάρξει.
Τα έντομα ξέρουν και παραλαμβάνουν
την αλληλογραφία τους
Εμείς όμως όχι
μείναμε ανημέρωτοι απ' την
τελευταία λέξη της μόδας
γι' αυτό άλλωστε φοράμε ακόμα ρούχα.



Ο ΛΗΘΑΡΓΟΣ ΤΟΥ ΚΟΥΝΑΒΙΟΥ

Ενημερώνεσαι από τα δίστηλα
μυγάκια που τριβελίζουν το δωμάτιο
του μυαλού σου
Ξαπλωμένα μπλουζάκια μετατρέπονται
σε όρθιες ρεκλάμες
όλες οι σκέψεις είναι θηλυκά
Ερωτικές φαντασιώσεις
 φυλακίζουν τις μέρες.
κάνοντας την ανηφόρα λαδωμένη
Τι περιμένουν όλοι αυτοί
όρθιοι στην πόρτα;
Ελπίζουν να ανοίξει;
Πιστεύουν ακόμα
στο λήθαργο του κουναβιού;


ΤΑ ΛΟΓΙΑ

Τα λόγια πνίγονται στα βάθη
οι δρόμοι της φυγής τους κλειστοί
Θ' ανοίξουν αργότερα
όταν πια θα' χουν φύγει
όλοι απ' την παράσταση
Μόνος θα περιμένεις στη μέση της σκηνής
τις αρκούδες με το μέλι
κολλημένο στα χείλια τους
για να το γλείψεις
αψηφώντας τους ολέθριους
κτύπους της καρδιάς σου
Τρικλίζοντας θα σέρνεσαι στα παρασκήνια
 για να προετοιμάσεις την επόμενή σου
αποτυχία.



ΕΤΕΓΜΑ

Οπτασίες μου ατελείωτες ονειρώξεις
σαλπάρει το είναι μου μαζί σας
Ευλογώντας τα ξέφρενα τραγούδια
μάθαμε τα νέα απ' τα πουλιά.
Περιδιαβαίνοντας στα στενοσόκακα
παίζοντας στα μελλοντικά
μπαλέτα των ψυχών τους.
Το διάβα μας προσπέρασε
αφήνοντας τις ξυρισμένες περούκες εκεί.
Όλοι εμείς βρέξαμε τα χείλη μας
με λάσπη καυτή
ατελείωτες ηδονές
Είναι τέλος είναι τέλος η αρχή μας
Είναι αρχή είναι αρχή το τέλος μας.




ΚΑΡΑ-ΚΑΡΑ

Καρά καρά. το μαύρο
απείλησε το σκοτάδι
 Άναψαν φωτιά, έκαιγαν
Οι στάχτες χοροπηδούσαν
στις κόκκινες φλόγες
Εκεί σ' έψαξα μάταια
γλυκοκοίταξα στο πλήθος
τα ονειρεμένα μάτια σου
Τα νύχια μου έκλαιγαν
το στόμα γελούσε απαλά
Ακολουθούσα τα πόδια
πήγαιναν στη βροχή
στη βροχή του πλήθους
την ξάστερη νύχτα
Το βάδισμα ανάλαφρο
άναβε τους πόθους
της ψυχής για την πάλη
απέναντι στο εγώ μου.


ΑΝΑΚΑΤΕΥΟΝΤΑΣ

Ανακατεύω τα πρόσωπά τους
και διαλέγω από τύχη
ποτίζω τα λουλούδια τους
Τα ανακατεμένα βρόχινα νερά
έχουν μέσα τους εσάς
Τα αγαπημένα μου μάτια σας
θέλω να γελάνε,   
Παρακαλώ τα βλέμματά σας
να παίζουν ρυθμούς και μουσικές
 να με ποτίζουν αλκοόλ και πάστες
Μπορείτε να μη μου περνάτε
τις χοντρές αλυσίδες κουράζομαι
ο κόφτης μου είναι πύρινος
και βαθιά κρυμμένος
Τα παιδικά μου παιχνίδια
είναι πεταμένα από καιρό
Είμαι ένα γέρικο παιδί στα μάτια σας.








ΕΨΙΛΟΝ / ποίηση
@ Εκδόσεις Έψιλον, Αθήνα 1995
 Πίνακας εξωφύλλου: Ανδρέας Bατίστας
 ISBN 960-7062-54-Χ
Εκδόσεις Έψιλον - Ευριπίδης Κλεόπας
Ύδρας 10 - 15232 - Χαλάνδρι
Τηλ. ΟΙ - 6815153, Τηλ.!Fax: 0661 - 41280






ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ "ΚΑΘΙΣΜΕΝΟΣ" ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΒΑΤΙΣΤΑ
ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΤΥΠΩ­ΘΗΚΕ ΚΑΙ
ΒΙΒΛΙΟΔΕΤΗΘΗΚΕ ΣΤΙΣ "ΚΕΡ­ΚΥΡΑΪΚΕΣ
ΕΚΤΥΠΩΣΕΙΣ" ΚΟΝΤΟΣΩΡΟΣ ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ ΤΟΥ 1995
ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΕΨΙΛΟΝ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου